Η Ελλάδα και η Ανάγκη για Έρευνα των Συμφωνιών στον ΟΗΕ

Η Ελλάδα, μόλις εξελέγη κατά την 79η επέτειο από την ίδρυση του Ο.Η.Ε. ,ως μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για τα επόμενα δύο χρόνια, και το Υπουργείο Εξωτερικών έσπευσε να μιλήσει για τη σημασία αυτής της θέσης, παρουσιάζοντας τη χώρα ως “γέφυρα” μεταξύ Βορρά και Νότου και ως φορέα προώθησης μιας ωφέλιμης διακυβέρνησης.

Ο ΟΗΕ, ως θεσμός υπεύθυνος για τη διατήρηση της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας, έχει επανειλημμένα αποδείξει την ανικανότητά του να παρέμβει σε κρίσιμες καταστάσεις. Με τη σύνθεση του Συμβουλίου Ασφαλείας να περιλαμβάνει μόνιμα μέλη με δικαίωμα βέτο (ΗΠΑ, Βρετανία, Γαλλία, Κίνα, Ρωσία), οι μεγάλες δυνάμεις έχουν την εξουσία να μπλοκάρουν οποιαδήποτε απόφαση, ανεξαρτήτως του πόσο δικαιολογημένη ή κοινώς αποδεκτή είναι. Το βέτο, όπως φαίνεται, καταδεικνύει το βαθύ πρόβλημα του ΟΗΕ: η πολιτική εξουσία είναι συγκεντρωμένη σε χέρια που συχνά εξυπηρετούν εθνικά συμφέροντα, αγνοώντας τις παγκόσμιες ανάγκες για ειρήνη και δικαιοσύνη.

Η διεθνής κοινότητα έχει γίνει μάρτυρας της ανικανότητας του ΟΗΕ να ανταποκριθεί σε καταστάσεις που απαιτούν άμεση δράση, με πολλά παραδείγματα της σύγχρονης ιστορίας, με συνεχείς πολέμους και καταστάσεις διεθνούς κρίσης.

Μήπως, τελικά, αυτή η εκλογή της Ελλάδας αποκαλύπτει απλώς το αποκορύφωμα της υποκρισίας των διεθνών θεσμών, οι οποίοι καλούνται να προσφέρουν λύσεις σε προβλήματα που δημιουργούν οι ίδιοι; Μήπως, η Ελλάδα, ως μέλος αυτής της αδύναμης και συχνά υποκριτικής δομής, παίζει απλώς το παιχνίδι των ισχυρών, χωρίς ουσιαστική δυνατότητα να φέρει μια αλλαγή στον παγκόσμιο χάρτη της ειρήνης και της δικαιοσύνης; Ο προβληματισμός παραμένει ανοιχτός: η παρουσία της χώρας μας στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ θα αποδειχθεί τελικά ως ένα βήμα για την ενίσχυση της διεθνούς ειρήνης ή απλώς μια επικοινωνιακή κίνηση για την αποφυγή ουσιαστικής αλλαγής;

Η συμμετοχή της Ελλάδας στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ δεν μπορεί να είναι απλώς μία θέση χωρίς ουσία. Αν η χώρα μας πραγματικά επιθυμεί να αναλάβει τον ρόλο που της αρμόζει ως γενέτειρα της Δημοκρατίας, οφείλει να προχωρήσει σε μια σοβαρή αναθεώρηση των συμφωνιών και των συμβάσεων που οδηγούν σε καταπάτηση δικαιωμάτων και ελευθεριών. Μόνο έτσι θα καταφέρει να σπάσει τον κύκλο της διεθνούς υποκρισίας και να βάλει τις βάσεις για έναν νέο δρόμο, βασισμένο στην ηθική και το δίκαιο, απαλλαγμένο από τις σκοτεινές συμφωνίες που καθοδηγούν την παγκόσμια πολιτική.

Χ.Β.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *