Ευρωπαϊκά Κονδύλια: Μακρύ Το Χέρι της Πολιτικής Διαφθοράς

Η είδηση της καταδίκης της Μαρίν Λεπέν για υπεξαίρεση ευρωπαϊκών κονδυλίων ήρθε να επιβεβαιώσει όσα πολλοί πολίτες διαισθάνονται εδώ και χρόνια: ότι το πολιτικό σύστημα στην Ευρώπη, πέρα από λόγια και επιδείξεις νομιμότητας, υπονομεύεται από πρακτικές διαφθοράς.

Η Γαλλίδα πολιτικός κρίθηκε ένοχη για χρήση κοινοτικών χρημάτων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ύψους περίπου 4 εκατομμυρίων ευρώ, τα οποία αντί να καλύψουν μισθοδοσία συνεργατών των ευρωβουλευτών της, κατέληξαν να πληρώνουν στελέχη του κόμματός της μέσω εικονικών συμβάσεων. Το αποτέλεσμα; Της επιβλήθηκε στέρηση του εκλέγεσθαι, μέτρο που την αποκλείει από την προεδρική αναμέτρηση του 2027.

Η συγκεκριμένη υπόθεση δεν αποτελεί εξαίρεση, αλλά άλλη μία ένδειξη ενός βαθύτερου προβλήματος που αφορά τον τρόπο με τον οποίο κόμματα και πολιτικοί εκμεταλλεύονται τα ευρωπαϊκά κονδύλια.

Η Λεπέν δεν είναι η μόνη. Κατά καιρούς έχουν κατατεθεί πλήθος εκθέσεων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Ελεγκτικό Συνέδριο της Ε.Ε. που αποκαλύπτουν παρατυπίες, παραβιάσεις κανονισμών και καταχρήσεις κονδυλίων από κράτη-μέλη και πολιτικές δυνάμεις. Οι παραβάσεις αφορούν συχνά τη χρησιμοποίηση των κοινοτικών πόρων για πολιτικούς σκοπούς ή και για εξυπηρέτηση ιδιωτικών συμφερόντων.

Όπως, το 2003 στη Ρουμανία, η τότε υπουργός Ευρωπαϊκής Ενσωμάτωσης κατηγορήθηκε για μεταφορά 150.000 ευρώ σε εταιρεία που συνδεόταν με την οικογένειά της, στο πλαίσιο υποτιθέμενου προγράμματος εκπαίδευσης Ρουμάνων στη Γερμανία. Οι φάκελοι αυτοί άνοιξαν και έκλεισαν με ελάχιστο κόστος για τους υπαίτιους – αν όχι με πλήρη συγκάλυψη.

Παρά το γεγονός ότι οι ετήσιες εκθέσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου είναι δημόσιες και αναρτώνται στο διαδίκτυο, οι πολίτες στην πλειοψηφία τους δεν έχουν την παραμικρή εικόνα για το πού πάνε τα λεφτά τους. Οι τεχνικές εκθέσεις, τα οικονομικά παραρτήματα και οι «κατάλογοι παραβιάσεων» δεν φτάνουν ποτέ με απλό και κατανοητό τρόπο στον δημόσιο διάλογο.

Η αποτυχία της Ε.Ε. να επιβάλει ουσιαστικές κυρώσεις και να αποτρέψει την κακοδιαχείριση έχει διαβρώσει την εμπιστοσύνη των πολιτών όχι μόνο στους θεσμούς αλλά και στην ίδια την ιδέα της πολιτικής εκπροσώπησης.

Το πρόβλημα είναι βαθύτερο: σε κάθε χώρα, σε κάθε κόμμα, η πολιτική έχει μετατραπεί σε εργαλείο για την εξυπηρέτηση προσωπικών και κομματικών σκοπών. Οι πολίτες πληρώνουν, οι πολιτικοί κερδίζουν.

Σε κάθε κοινωνία που σέβεται τους πολίτες της, θα πρέπει όλες οι κρατικές και θεσμικές διαδικασίες να βρίσκονται σε δημόσια θέα, με το σύνολο των πολιτών να μπορεί να κατανοήσει και να αξιολογήσει. Σε ένα τέτοιο επίπεδο διαφάνειας, έχει τοποθετηθεί μόνο ο πολιτικός φορέας Ελλήνων Συνέλευσις, όπου έχει αποδοθεί πλήρως ο νόμος της Δημοσιότητας. Με βάση τον συγκεκριμένο νόμο, προβλέπει πως κανείς δεν μπορεί να ενεργεί εκτελεστικά χωρίς τα κίνητρά του να είναι γνωστά και δημόσια κατατεθειμένα.

Κάθε πράξη, απόφαση, ακόμα και έκφραση γνώμης που επηρεάζει τη δημόσια σφαίρα, πρέπει να έχει σαφές και φανερό κίνητρο, πάντα με αρετή, δηλαδή να πηγάζει από γνώση, ανιδιοτέλεια και πρόθεση για κοινό όφελος. Η κρυφή ατζέντα, το ιδιοτελές συμφέρον και η εξυπηρέτηση ιδιωτικών σκοπών αποτελούν μορφές προδοσίας απέναντι στην ίδια την κοινωνία.

Όποιος δολίως επιχειρεί να εξαπατήσει ή να αδικήσει την κοινωνία, θεωρείται συνειδησιακά νεκρός. Δεν υπάρχει θέση εξουσίας που να μην οφείλει λογοδοσία. Δεν υπάρχει δημόσιο έργο χωρίς ανοιχτή και πλήρη καταγραφή. Δεν μπορεί να υπάρξει ούτε μία δημόσια σύμβαση χωρίς διαφάνεια στη σύναψη, το κόστος, τους όρους, τα αποτελέσματα.

Μόνο μέσω της καθολικής δημοσιότητας μπορούν οι πολίτες να συμμετάσχουν πραγματικά στη διαχείριση της Πολιτείας τους, να γνωρίζουν τι συμβαίνει, και να αποτρέπουν την κατάχρηση.

Η γνώση, η σκέψη, η καινοτομία, οι αποφάσεις, όλα ανήκουν σε κάθε Έλληνα και Ελληνίδα. Η πολιτεία είναι συλλογικό πνευματικό δημιούργημα, δεν είναι ιδιοκτησία των κομμάτων. Και αυτή η κληρονομιά δεν πρέπει απλώς να διαφυλαχθεί. Πρέπει να ανακτηθεί. Τώρα.

Χ.Β.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *