Μια νέα έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου φέρνει στο φως μια ανησυχητική πραγματικότητα: η πλειονότητα των δημόσιων φορέων λειτουργεί χωρίς κανένα απολύτως ουσιαστικό σύστημα εσωτερικού ελέγχου. Το πρόβλημα, μάλιστα, φαίνεται να αγγίζει κρίσιμα Υπουργεία όπως των Υποδομών και Μεταφορών, του Περιβάλλοντος και Ενέργειας, του Τουρισμού, της Κλιματικής Κρίσης, της Προστασίας του Πολίτη, της Πολιτικής Προστασίας και του Πολιτισμού.
Η κατάσταση, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, δεν είναι καλύτερη ούτε σε βασικούς ασφαλιστικούς και κοινωνικούς οργανισμούς. Ο ΕΟΠΥΥ, ο ΟΠΕΚΑ και το e-ΕΦΚΑ φέρονται να μην υποβάλλουν ούτε τα στοιχειώδη οικονομικά δεδομένα, αδιαφορώντας πλήρως για τις προβλεπόμενες υποχρεώσεις.
Το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους έχει εγκρίνει την έκθεση και την καταγραφή των φορέων που όφειλαν και συνεχίζουν να οφείλουν, να αποστέλλουν μηνιαία οικονομικά στοιχεία, βάσει νόμου που θεσπίστηκε από το 2011, στα πλαίσια των μνημονιακών δεσμεύσεων. Κι όμως, ακόμα και σήμερα, αρκετοί φορείς, ανάμεσά τους και Ανεξάρτητες Αρχές όπως η Βουλή των Ελλήνων για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία, η Ρυθμιστική Αρχή Λιμένων και η Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων, αγνοούν επιδεικτικά την υποχρέωση αυτή.
Ακόμη πιο ανησυχητική είναι η καταγραφή της έλλειψης ελέγχου σε θεσμούς-κλειδιά όπως το Υπουργείο Δικαιοσύνης και το Υπουργείο Άμυνας. Εκεί όπου η ευθύνη οφείλει να είναι αυξημένη, η απουσία λογοδοσίας φαίνεται να είναι ο κανόνας.
Η υποχρέωση αυτή είχε θεσπιστεί με βασικό σκοπό να περιοριστούν τα ληξιπρόθεσμα χρέη του Δημοσίου, που πλέον ξεπερνούν τα 2,5 δισεκατομμύρια ευρώ. Αντί όμως για πρόοδο, η εικόνα που παρουσιάζει σήμερα το Ελεγκτικό Συνέδριο θυμίζει πλήρη εγκατάλειψη της διαφάνειας και ανικανότητα στον οικονομικό έλεγχο.
Στην πράξη, ο Νόμος 4795/2021, που προβλέπει εσωτερικούς ελέγχους σε κάθε δημόσιο οργανισμό, φαίνεται να εφαρμόζεται μόνο τυπικά ή και καθόλου. Οι περισσότεροι φορείς λειτουργούν χωρίς ουσιαστική εποπτεία, χωρίς μηχανισμούς ελέγχου, αφήνοντας χώρο για σπατάλες, παραλείψεις και κακοδιαχείριση.
Αναλογιζόμενος κανείς ότι αυτή είναι η κατάσταση μετά τη θεσμοθέτηση της διαφάνειας, μπορεί εύκολα να φανταστεί τι συνέβαινε πριν.
Το δυσάρεστο αποτέλεσμα είναι διττό: Από τη μία, συσσωρεύονται χρέη δισεκατομμυρίων που κανείς δεν ελέγχει και κανείς δεν αποπληρώνει με διαφάνεια. Από την άλλη, το κόστος τελικά πέφτει στους ώμους των πολιτών, οι οποίοι καλούνται να πληρώσουν την αστοχία του κράτους μέσω φόρων και μειώσεων σε κοινωνικές παροχές.
Ταυτόχρονα, το δημόσιο χρέος της χώρας παραμένει σε οριακά επίπεδα, θέτοντας σε κίνδυνο τη συνολική οικονομική σταθερότητα, ενώ καμία αξιόπιστη στρατηγική εξόδου από την κρίση δεν διαφαίνεται.
Ο μόνος πολιτικός φορέας που ασχολήθηκε πραγματικά με το συγκεκριμένο θέμα και έθεσε συγκεκριμένη λύση, είναι η Ελλήνων Συνέλευσις. Μέσω των προγραμματικών του δηλώσεων, αποτυπώνεται πως η μόνη ρεαλιστική διέξοδος είναι η σύσταση μιας πραγματικά επιτροπής ελέγχου, η οποία θα έχει την πλήρη ευθύνη για την εποπτεία των οικονομικών στοιχείων όλων των κρατικών φορέων: υπουργείων, οργανισμών, δήμων και περιφερειών. Παράλληλα, μια αξιολόγηση εσωτερικής λειτουργίας όλων αυτών των φορέων, είναι απαραίτητη για να εντοπιστούν αδυναμίες στις δομές και τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων.
Μέχρι όμως να υπάρξει πολιτική ηγεσία που να επιθυμεί να ελεγχθεί και να φέρει στο φως την πραγματική εικόνα του κράτους, τίποτα δεν θα αλλάξει. Και η Ελλάδα, η χώρα με τεράστιο πλούτο και δυνατότητες, θα συνεχίσει να βυθίζεται εξαιτίας της έλλειψης πολιτικής βούλησης.
Χ.Β.